Τι μάς χωρίζει και τι μάς ενώνει τους Έλληνες;

Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής, 29 Δεκεμβρίου 2019

Θυμόσαστε το περίφημο σλόγκαν «ή εμείς ή αυτοί»; Την αποφθεγματική ρήση «ή τους τελειώνουμε ή μάς τελειώνουν»; Τον διαχωρισμό της κοινωνίας σε «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς»; Ασφαλώς και τα θυμόσαστε – είναι άλλωστε τόσο πρόσφατα! Aλλά δεν μοιάζουν όλα αυτά κάπως αλλόκοτα σήμερα, αφού συνεχίζουμε να συμβιώνουμε και να συνεργαζόμαστε, ενώ μάλιστα έχουμε αφήσει τα μνημόνια πίσω μας; Διότι, ξέρετε, στην πραγματικότητα, αυτά που μάς χωρίζουν δεν είναι πολλά. Τουναντίον, έχουμε καταντήσει να «μαλώνουμε για την κοινοτοπία», όπως πολύ ωραία το έθεσε ο Νίκος Βατόπουλος σε ένα πρόσφατο άρθρο του σε αυτήν την εφημερίδα με αφορμή τον χριστουγεννιάτικο διάκοσμο της πρωτεύουσας. Ασφαλώς δε, όσα ακόμη μάς χωρίζουν υπολείπονται σημαντικά από εκείνα που μάς χώρισαν σε παλαιότερες ιστορικές εποχές ή όσα διαιρούν άλλα έθνη σήμερα.

Πράγματι, η νεότερη ιστορία της χώρας μας είναι μια ιστορία διαρκούς αντιπαλότητας ανάμεσα σε δύο μεγάλα, και συνεχώς μεταλλασσόμενα, πολιτικά στρατόπεδα. Ήδη από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, η ελληνική κοινωνία διχάστηκε ανάμεσα σε βενιζελικούς, που ήταν υπέρμαχοι της αβασίλευτης δημοκρατίας, και βασιλόφρονες αντιβενιζελικούς. Στην δεκαετία του ΄40, ο πολιτικός διχασμός έφερε αντιμέτωπους τους «εθνικόφρονες» από την μια μεριά και τους κομμουνιστές μαζί με τους «συνοδοιπόρους» τους από την άλλη, με αποτέλεσμα τον εμφύλιο σπαραγμό. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν μετά την πτώση της χούντας, το έθνος χωρίστηκε σε «δεξιούς» και «αριστερούς» που σύχναζαν είτε σε «πράσινα» είτε σε «μπλε» καφενεία, η κάθε μία από τις δύο παρατάξεις πιστεύοντας ότι θα έπρεπε να «εξαφανίσει» τους αντιπάλους της για να μην εξαφανιστεί η ίδια. Ώσπου φτάσαμε στα χρόνια της πρόσφατης κρίσης και η κοινωνία χωρίστηκε εκ νέου σε αντίπαλα ζεύγη: «αντιμνημονιακούς» έναντι «μνημονιακών», «φιλελεύθερους» έναντι «λαϊκιστών», «δημοκράτες» έναντι «φασιστών», Έλληνες έναντι ξένων.

Πάμε τώρα να δούμε τις πολιτικές και κοινωνικές διαιρέσεις που ταλαιπωρούν μερικά από τα σύγχρονα ευρωπαϊκά έθνη. Στην Ισπανία, αρκετές από τις αυτοδιοικούμενες περιφέρειες, όπως η Καταλονία, επιθυμούν ακόμη και την απόσχισή τους από το κεντρικό κράτος, με αποτέλεσμα τις εθνικιστικές συγκρούσεις. Στην Ιταλία, η παραδοσιακή διαίρεση ανάμεσα στον «παραγωγικό βορρά» και τον «σπάταλο νότο» δημιουργεί δύο διαφορετικές κουλτούρες που αποτυπώνονται ακόμη και στις κομματικές προτιμήσεις των Ιταλών. Στην Ουκρανία, αντίθετα, το ρήγμα βρίσκεται ανάμεσα στις δυτικό τμήμα της χώρας, που είναι στραμμένο προς την Ευρώπη, και το ανατολικό τμήμα, με προσανατολισμό τη Ρωσία. Στην Γερμανία, το ακροδεξιό AfD παρουσιάζεται εκλογικά ισχυρό ιδίως στα κρατίδια της άλλοτε Ανατολικής Γερμανίας, πράγμα που δείχνει ότι το ρήγμα ανάμεσα στις δύο «χώρες» ακόμη παραμένει ανοιχτό. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι διαιρεμένο ανάμεσα σε όσους ετοιμάζονται για πρόθυμη εγκατάλειψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε εκείνους που θα επιθυμούσαν την παραμονή τους σε αυτήν, ενώ το αίτημα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας δημιουργεί μία ακόμη νέα διαιρετική τομή. Εάν δε επιχειρήσουμε ένα άλμα από την Ευρώπη  προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, εκεί τα πολιτικά και κοινωνικά ρήγματα είναι τόσο πολλά και τόσο βαθιά που ακόμη και η απαρίθμησή τους γίνεται δύσκολη υπόθεση.

Σε σύγκριση με τις παραπάνω χώρες, η σημερινή Ελλάδα παρουσιάζεται ως μια πολιτικά σχετικά ομογενής χώρα. Μια χώρα, δηλαδή, με ενιαία εθνική ταυτότητα, παρόμοια κατανομή της εκλογικής δύναμης των μεγάλων κομμάτων ανά την επικράτεια, σχετικά μικρή κοινωνική ανισότητα, αναμφισβήτητη προσήλωση στην ιδέα ότι ανήκουμε στην Δύση. Αλλά και οι πιο πρόσφατες εσωτερικές μας διαιρέσεις φαίνονται πιά ξεπερασμένες. Διότι, τι είδους «αριστερά» είναι ο ΣΥΡΙΖΑ όταν έχει συγκυβερνήσει με ένα υπερδεξιό κόμμα; Και τι είδους «δεξιά» είναι η ΝΔ όταν έχει θρονιαστεί στο πολιτικό κέντρο προσελκύοντας αρκετούς από τους αξιότερους πολιτικούς της μεταρρυθμιστικής κεντροαριστεράς; Όταν οι πρώην αντιμνημονιακές δυνάμεις έχουν υπογράψει και εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο; Όταν η Χρυσή Αυγή έχει πλέον εξαερωθεί; Όταν το μόνο ανοιχτά αντιευρωπαϊκό κόμμα στο Κοινοβούλιο είναι το απολιθωμένο ΚΚΕ; Όταν σχεδόν όλοι μας φαίνεται τελικά να συμφωνούμε στα αυτονόητα: ότι, δηλαδή, το κάπνισμα βλάπτει την υγεία, ότι το κράτος πρέπει να τηρεί το νόμο και την τάξη, ότι τα σχολεία είναι για να παράγουν αριστεία και τα πανεπιστήμια για να την προάγουν, ότι οι κυβερνητικές αποφάσεις πρέπει να είναι διαφανείς και να ελέγχονται από την κοινωνία, όχι μόνο στις εκλογές αλλά και στα αναμεταξύ τους διαστήματα, ότι, σε τελική ανάλυση, η χώρα πρέπει να προκόψει και ότι αυτό είναι αναγκαία συνθήκη για την προκοπή καθενός από εμάς ξεχωριστά.

Με τόση έμφαση που δίνουμε σε εκείνα που δήθεν μάς χωρίζουν, είναι εύκολο να παραβλέψουμε όσα μάς ενώνουν πραγματικά. Ποια είναι αυτά; Πρώτα-πρώτα, καθώς μάλιστα προσπαθούμε να βγούμε σταδιακά από την μακρά κρίση που σημάδεψε τις ζωές μας, μάς ενώνει η κοινή αναζήτηση νέας συλλογικής εθνικής ταυτότητας σε ένα ταχύτατα μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον. Πρέπει, λοιπόν, να σκύψουμε προσεκτικά πάνω από το εθνικό μας παρελθόν, να μάθουμε από τα ιστορικά μας λάθη, και να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για το μέλλον.

Κατόπιν, μάς ενώνει η κοινή φιλοδοξία για αποκατάσταση της εθνικής μας αξιοπρέπειας, που έχει πληγεί κατά την κρίση, καθώς και για διεθνή αναγνώριση. Αφού νοιώσαμε βαθιά μέσα μας τι σημαίνει η χώρα να θεωρείται παρίας και αποσυνάγωγος στο διεθνές περιβάλλον, φαίνεται ότι σήμερα όλοι σχεδόν συμφωνούμε ότι, όχι μόνο «μένουμε Ευρώπη», αλλά και ότι η χώρα πρέπει να επιστρέψει δυναμικά στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής σαν πραγματικά ισότιμος και δυναμικά ενεργός εταίρος.

Επίσης, όμως, μάς ενώνει ο κοινός φόβος για το εθνικό μέλλον, που προέρχεται κυρίως από τρεις πηγές: την αναπότρεπτη αλλαγή της κοινωνικής σύνθεσης λόγω του μεταναστευτικού, την ακατάπαυστη φυγή παραγωγικών δυνάμεων της χώρας προς το εξωτερικό, και την ασφάλεια των συνόρων. Τέτοιοι φόβοι δεν είναι αβάσιμοι. Ωστόσο, ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπιστούν έχει ήδη αναφερθεί και δεν είναι άλλος από την εξεύρεση μιας νέας και σύγχρονης εθνικής ταυτότητας που θα ενσωματώνει τους νόμιμους μετανάστες και θα αγκαλιάζει την ελληνική διασπορά,  καθώς και η ισότιμη και ενεργή συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση που θα πρέπει να καλύψει μέρος των αμυντικών μας αναγκών.

Μετά από τουλάχιστον μια δεκαετία ανώφελου διχασμού, το 2020 μας βρίσκει περισσότερο ενωμένους παρά χωρισμένους, πιο αισιόδοξους παρά απαισιόδοξους. Καλή χρονιά!

FOLLOW ME

Leave a Reply

Follow by Email
Twitter
Visit Us
Follow Me
LinkedIn
Share
Instagram