Δικομματισμός; Όχι βέβαια!

Εχθές συμμετείχα στο παραπάνω εξαιρετικό πάνελ του Κύκλου Ιδεών. Ανάμεσα στις άλλες εισηγήσεις, ο φίλος και παλιός συνάδελφος στο πανεπιστήμιο Νίκος Μαραντζίδης παρουσίασε  το σημερινό κομματικό σύστημα στην χώρα ως “καχεκτικό”, όπως είπε, δικομματισμό. Αυτή η άποψη, την οποία ο ΝΜ έχει επαναλάβει πολλές φορές (για παράδειγμα, εδώ)  είναι εντελώς λανθασμένη. Όταν δε υπεισέρχεται στον δημόσιο διάλογο δημιουργεί την (επίσης λανθασμένη) εντύπωση στον ΣΥΡΙΖΑ ότι αποτελεί  έναν πραγματικό δεύτερο «πόλο» στο κομματικό σύστημα ο οποίος, που θα πάει, σύντομα να καταφέρει να έρθει στην εξουσία! Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου έτσι, οπότε το όλο θέμα ξεφεύγει από τα όρια του απλού ακαδημαϊκού διαλόγου  και  γίνεται  εξόχως πολιτικό.

Πάμε στην ουσία του θέματος. “Δικομματισμός” σημαίνει ότι το πολιτικό και κομματικό σύστημα μιας χώρας κυριαρχείται από δύο κόμματα τα οποία εναλλάσσονται στην εξουσία με τρόπο αυτοδύναμο, δηλαδή χωρίς βοήθεια από μικρότερα κόμματα. Υπάρχουν, λοιπόν, δύο απλά χαρακτηριστικά που μας βοηθούν να καταλάβουμε αν ένα σύστημα είναι ή όχι δικομματικό: η συχνή εναλλαγή δύο μόνο κομμάτων στην εξουσία και η δυνατότητα καθενός από αυτά τα δύο κόμματα να κυβερνά με τρόπο αυτοδύναμο. (Εάν ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα αναγκαστεί να αναζητήσει κυβερνητικό σύμμαχο, τότε, αυτονόητα, το σύστημα παύει να είναι δικομματικό και μετατρέπεται σε πολυκομματικό). Κλασικά παραδείγματα δικομματισμού υπήρξαν η Μ. Βρετανία, η μεταπολεμική Αυστρία, η Νέα Ζηλανδία και, μέχρι σήμερα, είναι οι ΗΠΑ.

Στην Ελλάδα, επίσης, είχαμε κλασικό δικομματισμό από το 1981 έως το 2009 όπου (με εξαίρεση την περίοδο 1989-90) η χώρα κυβερνήθηκε εναλλάξ από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ χωρίς κανένα από αυτά τα κόμματα να χρειαστεί την συνδρομή μικρότερων κυβερνητικών εταίρων. Ο δικομματισμός έπαψε να υφίσταται από τις εκλογές του 2012 και μετατράπηκε σε αυτό που στην Πολιτική Επιστήμη ονομάζουμε «πολωμένο πολυκομματισμό». Αυτό το σύστημα διατηρήθηκε μέχρι το 2019.

Μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019, διαμορφώθηκε –και προς το παρόν ισχύει—ένα νέο σύστημα  που αποτελεί (καταφεύγω πάλι αναγκαστικά στην ορολογία) μια μορφή «επικυρίαρχου κόμματος». Τούτο σημαίνει ότι ένα και μοναδικό κόμμα, εν προκειμένω η ΝΔ, διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων στην Βουλή και, όπως δείχνουν συνεχείς δημοσκοπήσεις, κυριαρχεί στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων με μεγάλη απόσταση από το δεύτερο κόμμα. Συνεπώς, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται ότι μπορεί να απειλήσει την ΝΔ ως αυτόνομος διεκδικητής της εξουσίας, το σημερινό σύστημα δεν είναι δικομματικό αλλά χαρακτηρίζεται από την παντοδυναμία της ΝΔ (το «επικυρίαρχο κόμμα»). Ούτε, βέβαια, μπορούμε να πούμε ότι στην δική μας περίπτωση έχουμε “καχεκτικό δικομματισμό”, όπως μας είπε ο ΝΜ στο πάνελ. Τι σημαίνει αυτό, ότι ο δικός μας δικομματισμός έχει ενάμιση κόμμα αντί για δύο ολόκληρα;

Το ζήτημα όμως, όπως προείπα, δεν είναι ακαδημαϊκό. Σε όλη αυτή την κουβέντα, το πραγματικό θέμα είναι το εξής, αφορά δε τον ΣΥΡΙΖΑ, τη ΝΔ, αλλά και όλους εμάς σαν πολίτες και ψηφοφόρους: Αν το σύστημα ήταν δικομματικό, η σημερινή μείζων αντιπολίτευση θα είχε μια πραγματική προσδοκία να κερδίσει αυτοδύναμα τις επόμενες εκλογές. Αυτό όμως δεν προκύπτει από πουθενά – ακριβώς επειδή το σύστημα δεν είναι δικομματικό! Κατά τη δική μου γνώμη, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορέσει να αποτελέσει τον δεύτερο πόλο και να διεκδικήσει την εξουσία αυτοδύναμα. Το πραγματικό ερώτημα, λοιπόν, είναι: Εφόσον επί του παρόντος έχουμε ένα σύστημα «επικυρίαρχου κόμματος», πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος αυτό το σύστημα να παγιωθεί εάν στο μέλλον η αντιπολίτευση παραμείνει χλωμή δίνοντας έτσι την ευκαιρία στη ΝΔ να κερδίσει ακόμη 1-2 ή περισσότερες συνεχόμενες εκλογές; Αυτό βρίσκεται στην κρίση του καθενός.

FOLLOW ME

Leave a Reply

Follow by Email
Twitter
Visit Us
Follow Me
LinkedIn
Share
Instagram